- ἀπαριθμοῦμαι
- ἀπαριθμέωcount overpres ind mp 1st sg (attic epic doric aeolic)ἀπαριθμέωcount overpres ind mp 1st sg (attic epic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
απαριθμούμαι — απαριθμούμαι, απαριθμήθηκα, απαριθμημένος βλ. πίν. 74 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
συναπαριθμούμαι — έομαι, Μ απαριθμούμαι συγχρόνως … Dictionary of Greek